Ο Κυριάκος Πιττάκης (Ψυρή 1798-1863 Αθήνα) υπήρξε ο πρώτος Έλληνας αρχαιολόγος, από τους πρωτοπόρους στη διαμόρφωση της ελληνικής αρχαιολογίας. Γεννήθηκε στο Ψυρή της Αθήνας και η οικογένεια του ήταν από τις παλιότερες της περιοχής. Συμμετείχε ως αγωνιστής στην επανάσταση του 1821 και το 1824 πήγε στην Κέρκυρα για να σπουδάσει στην Ιόνιο Ακαδημία.
Κατά τη διάρκεια του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, την Ακρόπολη πολιορκούσαν ή υπερασπίζονταν διαδοχικά οι Έλληνες και οι Τούρκοι, με αποτέλεσμα να υποστεί ορατές ακόμα και σήμερα ζημίες. Τότε διαδραματίστηκε ένα άγνωστο σχεδόν εκτός συνόρων επεισόδιο. Κατά τη χρονική περίοδο 1821-1822, τους Τούρκους που είχαν κλειστεί στα τείχη, πολιορκούσαν οι εξεγερμένοι Έλληνες με αρχηγό τον Οδυσσέα Ανδρούτσο.
Στην πολιορκία της Ακρόπολης, λίγο πριν αρχίσει ο βομβαρδισμός (11 Μαρτίου 1822), η Ελληνική Κυβέρνηση συνιστούσε «προσοχή» στον επικεφαλής Γερμανών φιλελλήνων, Γάλλο συνταγματάρχη Ολιβιέ Βουτιέ: «...μη λησμονήτε», υπεδείκνυε, «ότι μέσα εις το Κάστρον περικλείονται αυτά τα πολύτιμα λείψανα της αρχαιότητος, οπού ο πανδαμάτωρ χρόνος δεν ημπόρεσε να εξαφανίση· συνιστώμεν εις την αγάπην σας προς το ωραίον τα αριστουργήματα των προγόνων μας. Είθε η αιγίς της Αθηνάς να προφυλάξη τον ναόν της»...
Η επιχείρηση τραβούσε σε μάκρος και η έκβασή της ήταν αμφίρροπη. Αναπόφευκτη συνέπεια ήταν να εξαντληθούν όχι μόνον οι προμήθειες, αλλά και τα πολεμοφόδια των υπερασπιστών της τελευταίας θέσης που διατηρούσαν οι οθωμανικές αρχές σε ολόκληρη την Αττική. Τότε ήταν που ο νέος αγωνιστής -και αργότερα πρώτος Έφορος Αρχαιοτήτων-, ο Κυριάκος Πιττάκης, διέκρινε τους Τούρκους στρατιώτες τη στιγμή που ήταν έτοιμοι να σπάσουν τις κολόνες του Παρθενώνα, προκειμένου να αφαιρέσουν το μολύβι που τους έλειπε, αλλά που υπήρχε σε ικανές ποσότητες στα σφραγίσματα, στο κέντρο των σφονδύλων των κιονόκρανων.
Κατεχόμενος από συγκίνηση, ανέφερε το γεγονός στο στρατόπεδό του και έπεισε τους Έλληνες πολιορκητές να προμηθεύσουν οι ίδιοι τα βόλια που προορίζονταν για τα τουρκικά όπλα που θα έβαλλαν εναντίον τους.
2 σχόλια:
Καλημέρα, θα ήθελα να αναφερθώ στο συγκεκριμένο επεισόδιο:
δυστυχώς Too good to be true. Είναι και αυτό ένας ρομαντικός μύθος εκείνης της περιόδου.
Ο Κυριάκος Σιμόπουλος στο "Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα" αλλά και στο «Η λεηλασία και καταστροφή των ελληνικών αρχαιοτήτων» αναφέρει πάρα πολλά καταλυτικά ντοκουμέντα περί του αντιθέτου και το μόνο σχετικό γεγονός που αναφέρει για τον Πιττάκη είναι πως βλέποντας αυτή την καταστροφή είπε στον διπλανό του πως πολύ θα ήθελε να δώσει σφαίρες για να μην καταστραφεί το μνημείο. Αλλά έμεινε εκεί ως ευσεβής πόθος, γιατί σε ένα πόλεμο μέχρις εσχάτων δεν γίνονται αυτά, είναι επικίνδυνη πολυτέλεια.
Καταρχήν ευχαριστώ για το σχόλιο. Δε γνώριζα τις εργασίες του Κ.Σιμόπουλου.
Τα περί Ι. Κωλέττη σωστά είναι, αλλά οι χαρακτηρισμοί που του αποδίδει "τον καλεί με υποκρισία, ελαφρότητα και αναίδεια..." ..."Ανέξοδη επίδειξη ψευδοαρχαιολατρίας ενός εξαχρειωμένου πολιτικού – πρώην έμπιστου του Αλή πασά..." κλπ μαρτυρούν περισσότερο εμπάθεια για τα ιστορικά πρόσωπα παρά ξεκάθαρη πρόθεση αναζήτησης της αλήθειας.
Δεκτά, λοιπόν, τα όσα αναφέρει ο Κ. Σιμόπουλος, αλλά μπροστά στο ζήλο να ανατρέψουμε "μύθους" δεν είναι ορθό να φτάνουμε σε μηδενιστικές υπερβολές που έχουν ανάγκη (μάλλον ψυχολογική) εκφράσεις του τύπου "γελοίο και χονδροειδές μυθολόγημα".
Έτσι παρακάτω ο ίδιος Σιμόπουλος επισημαίνει πως ο Έλληνας αγωνιστής Νικ. Καρώρης σημειώνει στο ημερολόγιό του: «21 Ιουλίου 1826. Με θλίψιν μας παρατηρούμεν να κτυπούν διάφοροι βόμβαι εις τον Παρθενώνα, εις το Πανδρόσιον και λοιπάς αρχαιότητας..."
Αν ο Πιττάκης ήταν ή όχι αυτός που πρότεινε την προσφορά μολυβιού, λίγο μετρά, αφού βεβαιώνεται τελικά πως άνθρωποι απλοί, αγωνιστές ανώνυμοι πονούσαν την κληρονομιά τους και μάλιστα σε τόσο σκοτεινά χρόνια.
Δημοσίευση σχολίου